Η αποθήκευση του βιοντίζελ διαφέρει από εκείνη του συμβατικού πετρελαϊκού ντίζελ σε αρκετά σημαντικά σημεία λόγω των ιδιαίτερων χημικών ιδιοτήτων του βιοντίζελ. Ακολουθεί μια αναλυτική εξήγηση των βασικών διαφορών:

1. Αντοχή στην Οξείδωση:

  • Βιοντίζελ: Το βιοντίζελ είναι πιο επιρρεπές στην οξείδωση σε σύγκριση με το συμβατικό ντίζελ. Η οξείδωση συμβαίνει όταν το βιοντίζελ εκτίθεται στο οξυγόνο της ατμόσφαιρας με την πάροδο του χρόνου, οδηγώντας στο σχηματισμό υπεροξειδίων και οξέων που μπορούν να προκαλέσουν την υποβάθμιση του καυσίμου. Αυτή η υποβάθμιση μπορεί να οδηγήσει στο σχηματισμό ιζημάτων και κολλωδών ουσιών που μπορούν να φράξουν τα φίλτρα καυσίμου και τους εγχυτήρες στους κινητήρες. Για την καταπολέμηση της οξείδωσης, το βιοντίζελ συχνά απαιτεί τη χρήση σταθεροποιητών ή αντιοξειδωτικών, ιδιαίτερα εάν πρόκειται να αποθηκευτεί για μεγάλα χρονικά διαστήματα.
  • Συμβατικό Ντίζελ: Το πετρελαϊκό ντίζελ είναι γενικά πιο σταθερό στην αποθήκευση, αν και μπορεί επίσης να υποβαθμιστεί με την πάροδο του χρόνου, ειδικά αν εκτεθεί σε θερμότητα, φως ή ρύπους. Ωστόσο, η διαδικασία υποβάθμισης του είναι πιο αργή από αυτή του βιοντίζελ.

2. Μικροβιακή Ανάπτυξη:

  • Βιοντίζελ: Το βιοντίζελ είναι πιο υγροσκοπικό, δηλαδή προσελκύει και απορροφά νερό πιο εύκολα από το συμβατικό ντίζελ. Η παρουσία νερού στην αποθήκευση καυσίμου μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη μικροοργανισμών, όπως βακτήρια και μύκητες, που τρέφονται με το βιοντίζελ. Αυτοί οι μικροοργανισμοί μπορούν να σχηματίσουν μία βλέννα ή βιοφίλμ που μπορεί να φράξει τα φίλτρα και να διαβρώσει τις δεξαμενές καυσίμου. Η τακτική παρακολούθηση και η χρήση βιοκτόνων μπορεί να είναι απαραίτητες για την αποτροπή της μικροβιακής μόλυνσης στην αποθήκευση του βιοντίζελ.
  • Συμβατικό Ντίζελ: Αν και το πετρελαϊκό ντίζελ μπορεί επίσης να προσελκύσει νερό και να υποστηρίξει την ανάπτυξη μικροοργανισμών, το πρόβλημα αυτό είναι πιο έντονο στο βιοντίζελ. Η μικρότερη υγροσκοπική φύση του ντίζελ σημαίνει ότι έχει συνήθως λιγότερα προβλήματα με τη μικροβιακή μόλυνση, αν και εξακολουθεί να αποτελεί πρόβλημα σε ορισμένα περιβάλλοντα.

3. Ευαισθησία στη Θερμοκρασία:

  • Βιοντίζελ: Το βιοντίζελ έχει υψηλότερο σημείο θόλωσης και σημείο ροής σε σύγκριση με το συμβατικό ντίζελ. Το σημείο θόλωσης είναι η θερμοκρασία στην οποία αρχίζουν να σχηματίζονται κρύσταλλοι κεριού, κάνοντας το καύσιμο να φαίνεται θολό, και το σημείο ροής είναι η θερμοκρασία στην οποία το καύσιμο πυκνώνει και δεν μπορεί πλέον να ρέει. Αυτές οι ιδιότητες σημαίνουν ότι το βιοντίζελ μπορεί να πήξει ή να στερεοποιηθεί σε υψηλότερες θερμοκρασίες από το συμβατικό ντίζελ, ιδιαίτερα σε ψυχρά κλίματα. Αυτό μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στη ροή του καυσίμου στις δεξαμενές αποθήκευσης και στους κινητήρες. Ειδικές προφυλάξεις, όπως η χρήση προσθέτων για τη μείωση του σημείου ροής ή θερμαινόμενων δεξαμενών αποθήκευσης, μπορεί να είναι απαραίτητες για την αποτροπή της πήξης.
  • Συμβατικό Ντίζελ: Το συμβατικό ντίζελ έχει χαμηλότερο σημείο θόλωσης και σημείο ροής, γεγονός που το καθιστά λιγότερο επιρρεπές σε πήξη σε χαμηλές θερμοκρασίες. Γενικά, είναι πιο κατάλληλο για χρήση σε ψυχρά κλίματα χωρίς την ανάγκη ειδικών προσθέτων ή θερμαινόμενων δεξαμενών.

4. Συμβατότητα Υλικών:

  • Βιοντίζελ: Το βιοντίζελ μπορεί να είναι πιο διαβρωτικό από το συμβατικό ντίζελ, ιδιαίτερα σε ορισμένα μέταλλα (όπως ο χαλκός, ο ορείχαλκος, ο μόλυβδος, ο κασσίτερος και ο ψευδάργυρος) και στα λαστιχένια εξαρτήματα. Με την πάροδο του χρόνου, το βιοντίζελ μπορεί να υποβαθμίσει τα λαστιχένια στεγανοποιητικά, τους σωλήνες και τις φλάντζες, οδηγώντας σε διαρροές ή βλάβες στο σύστημα καυσίμου. Είναι σημαντικό να χρησιμοποιούνται δεξαμενές αποθήκευσης και εξαρτήματα συστημάτων καυσίμου που είναι συμβατά με το βιοντίζελ, όπως δεξαμενές από ανοξείδωτο χάλυβα ή αλουμίνιο και συνθετικά λαστιχένια εξαρτήματα.
  • Συμβατικό Ντίζελ: Το πετρελαϊκό ντίζελ είναι γενικά λιγότερο αντιδραστικό με τα υλικά που χρησιμοποιούνται στα συστήματα καυσίμων και στις δεξαμενές αποθήκευσης, αν και μπορεί επίσης να προκαλέσει υποβάθμιση μακροπρόθεσμα, ιδιαίτερα παρουσία θειούχων ενώσεων.

5. Διάρκεια Ζωής:

  • Βιοντίζελ: Λόγω της ευαισθησίας του στην οξείδωση και τη μικροβιακή μόλυνση, το βιοντίζελ έχει μικρότερη διάρκεια ζωής σε σύγκριση με το συμβατικό ντίζελ. Συνήθως συνιστάται η χρήση του βιοντίζελ εντός έξι μηνών από την παραγωγή του, αν και με σωστές συνθήκες αποθήκευσης και τη χρήση σταθεροποιητών, μπορεί να διαρκέσει περισσότερο.
  • Συμβατικό Ντίζελ: Το πετρελαϊκό ντίζελ έχει μεγαλύτερη διάρκεια ζωής, συνήθως έως και ένα έτος ή περισσότερο υπό σωστές συνθήκες αποθήκευσης. Παρ’ όλα αυτά, απαιτείται παρακολούθηση για την παρουσία νερού και την υποβάθμιση.

6. Πρακτικές Αποθήκευσης:

  • Βιοντίζελ: Για την αποτελεσματική αποθήκευση του βιοντίζελ, είναι σημαντικό να:
    • Διατηρούνται οι δεξαμενές αποθήκευσης καθαρές και απαλλαγμένες από νερό.
    • Χρησιμοποιούνται δεξαμενές από υλικά συμβατά με το βιοντίζελ.
    • Παρακολουθείται τακτικά το καύσιμο για σημάδια οξείδωσης ή μικροβιακής ανάπτυξης.
    • Χρησιμοποιούνται πρόσθετα για την αύξηση της σταθερότητας και την αποτροπή της πήξης σε ψυχρές θερμοκρασίες.
  • Συμβατικό Ντίζελ: Η αποθήκευση του ντίζελ απαιτεί επίσης τη διατήρηση των δεξαμενών καθαρών και ξηρών, αλλά γενικά περιλαμβάνει λιγότερα πρόσθετα και παρεμβάσεις σε σύγκριση με την αποθήκευση του

Συμπέρασμα

Συνοπτικά, η αποθήκευση του βιοντίζελ απαιτεί πιο προσεκτική διαχείριση και παρακολούθηση από το συμβατικό ντίζελ λόγω της μεγαλύτερης ευαισθησίας του στην οξείδωση, την μικροβιακή ανάπτυξη και την ευαισθησία στη θερμοκρασία. Οι σωστές πρακτικές χειρισμού και αποθήκευσης είναι απαραίτητες για τη διατήρηση της ποιότητας του βιοντίζελ και την αποτροπή προβλημάτων στα συστήματα καυσίμου.

Παρόμοια Άρθρα